Η συζήτηση που άνοιξε πριν από δύο ημέρες ο υπουργός Υγείας κ. Μάκης Βορίδης για την ανάγκη αύξησης των δαπανών στην υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ μέσα από μία εσωτερική αναδιανομή των υπουργείων καθώς και για την αύξηση της ανταποδοτικότητας του συστήματος, θα συνεχισθεί όπως όλα δείχνουν.
Και θα συνεχισθεί, διότι αυτό επιτάσσει η ισορροπία και η νομοτέλεια, όσο και εάν φαίνεται παράδοξο μερικές φορές για την χώρα μας. Και διότι ίσως να βρισκόμαστε πολύ κοντά με μία ακόμη εκλογική αναμέτρηση. Ανεξάρτητα εάν ο νέος υπουργός Υγείας κ. Μάκης Βορίδης συμπλέει απόλυτα με τον προκάτοχό του κ. Άδωνι Γεωργιάδη, είναι υποχρεωμένος νομοτελιακά, να ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο για την υγεία, έναν δρόμο που θα περιέχει περισσότερο κοινωνική πολιτική, μεγαλύτερη πρόνοια και φροντίδα για τις ευπαθείς ομάδες και περισσότερη ευαίσθητη προσέγγιση στα εξαιρετικά δύσκολα και δυσεπίλυτα θέματα του χαρτοφυλακίου του, μετά από την εκρηκτική θητεία του προκατόχου του, που άνοιξε τεράστιες πληγές και μέτωπα με όλους σχεδόν τους φορείς.
Ήδη συμπληρώνοντας μόλις 15 ημέρες στην ηλεκτρική καρέκλα του υπουργού Υγείας, ο κ. Βορίδης, έχει αρχίσει να καλλιεργεί το προφίλ του, αφού τουλάχιστον τις δύο τελευταίες ημέρες, μιλάει διαρκώς για τους ανασφάλιστους και την ΚΥΑ που έρχεται εντός της εβδομάδας, για την ανάγκη να αυξηθεί η φαρμακευτική δαπάνη, αφού είναι εξαιρετικά χαμηλή, για την ανάγκη να γίνει διοικητική αναδιοργάνωση του ΕΟΠΥΥ και γενικότερα για την ανάγκη προσβασιμότητας των πολιτών στο σύστημα, ένα σύστημα που πρέπει να αποκτήσει την ανταποδοτικότητα που πρέπει.
Φυσικά όμως δεν είναι μόνο αυτά. Διότι είναι αδήριτη ανάγκη ο χώρος της υγείας και το ΕΣΥ, σύμφωνα με τους οικονομολόγους της υγείας, αλλά εκπροσώπους της φαρμακοβιομηχανίας, να αποκτήσει και την απαραίτητα ανανέωση.
Η ανάγκη προσαρμογής του Εθνικού Συστήματος Υγείας στα σύγχρονα δεδομένα με την απομάκρυνση από τις υφιστάμενες αδιέξοδες πρακτικές έχει καταστεί επιτακτική, τονίζουν οι οικονομολόγοι της υγείας προσθέτοντας: «Το μέλλον της Υγείας στην Ελλάδα, δεν μπορεί πια να βασίζεται σε παρωχημένες λογικές του παρελθόντος, θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία και τις ζωές των ασθενών. Με τη σταδιακή έξοδο της χώρας από το μνημόνιο, η θέση ότι η ανανέωση στον χώρο της Υγείας είναι όχι μόνο εφικτή αλλά και απαραίτητη κερδίζει συνεχώς έδαφος».
Η άκριτη μείωση των δημοσίων δαπανών αναμένεται να εκτοξεύσει το κόστος υγείας
Οι περιορισμένοι διαθέσιμοι πόροι, εξαιτίας των συρρικνούμενων δημόσιων δαπανών εν μέσω κρίσης, στο πλαίσιο του ισοσκελισμού του προϋπολογισμού, υπαγόρευσαν τον εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών υγείας. Ο εξορθολογισμός μεταφράστηκε όμως, στην πράξη στη συνεχή μείωση των υγειονομικών δαπανών.
Η άκριτη φθίνουσα πορεία των διατιθέμενων για την υγεία πόρων, σύμφωνα με τους εξειδικευμένους οικονομολόγους, εκτός από το ότι αναμένεται να οδηγήσει σε σοβαρή υποβάθμιση του εθνικού συστήματος υγείας, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι μεσο-μακροπρόθεσμα θα επιτύχει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα από το διακηρυγμένο στόχο που υπηρετεί. Ειδικοί του χώρου της υγείας προειδοποιούν ότι οι υγειονομικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά, εξαιτίας της ακολουθούμενης πολιτικής στον τομέα της υγείας.
Επιπλέον, είναι γεγονός ότι μέχρι σήμερα, οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις, αντιμετωπίστηκαν περισσότερο ως λογιστική πρακτική και όχι ως πραγματικές μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις.
Ανάγκη για βέλτιστη αναλογία κόστους-αποτελεσματικότητας
Οι οικονομολόγοι της υγείας υποστηρίζουν ότι σε αυτό το πλαίσιο στόχος πρέπει να είναι ένα σύγχρονο, ποιοτικό και συνεπώς αποτελεσματικό, λελογισμένου, όμως, κόστους σύστημα υγείας, το οποίο προσφέρει στον ασθενή άριστης ποιότητας ιατρικές υπηρεσίες. Με άλλα λόγια, η επίτευξη των βέλτιστων δυνατών αποτελεσμάτων για τη δημόσια υγεία με το μικρότερο δυνατό κόστος, ή αυτό που οι Βρετανοί χαρακτηρίζουν λακωνικά "more with less".
Το παράδειγμα της εξατομικευμένης θεραπείας είναι χαρακτηριστικό, ως κατεξοχήν πεδίο της ιατρικής πρακτικής που μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλέστερες, αποδοτικότερες φροντίδες υγείας, αυξάνοντας τη συνολική επιβίωση των ασθενών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και σε όλα τα αναπτυγμένα κράτη ανά τον κόσμο, η παροχή εξατομικευμένης θεραπείας, ιδίως, σε εξαιρετικά σοβαρά και απειλητικά για τη ζωή νοσήματα, συνεπάγεται την καθιέρωση της βιοτεχνολογίας, των θεραπευτικών σχημάτων της και των βιοτεχνολογικών φαρμάκων στη συνήθη ιατρική πρακτική, συνδυάζοντας ταυτοχρόνως τον εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών και την παροχή υψηλής ποιότητας ιατρικής φροντίδας στους ασθενείς, επιτυγχάνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τη βέλτιστη αναλογία κόστους – αποτελεσματικότητας, σύμφωνα με τους οικονομολόγους της υγείας.
Επικίνδυνη πολιτική, η αποκήρυξη της καινοτομίας
Στην Ελλάδα, η διαφαινόμενη αποκήρυξη της καινοτομίας αποτελεί όχι μόνο αδιέξοδη πρακτική, αλλά και επικίνδυνη πολιτική επιλογή με ανυπολόγιστες συνέπειες για τους ασθενείς και το σύστημα υγείας. Η παρατηρούμενη μεγάλη καθυστέρηση στην εισαγωγή νέων καινοτόμων φαρμάκων, όπως εδώ και καιρό επισημαίνουν παράγοντες του κλάδου της υγείας, παρά τις όποιες προσπάθειες της ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, στερεί αφενός από τους ασθενείς τη σύγχρονη αποτελεσματικότερη θεραπεία που απολαμβάνουν όσοι πάσχουν από το ίδιο νόσημα στο εξωτερικό, αφετέρου απομυζεί τους ελάχιστους διαθέσιμους πόρους από το δημόσιο κορβανά, εξαιτίας της παρατεταμένης νοσηλείας των ασθενών.
Το παράδειγμα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας
Την ίδια ώρα, και ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Δημήτρης Δέμος, μιλώντας χθες στο συνέδριο Athens Health Forum 2014, αναφέρθηκε στην ανάγκη πρόσβασης σε νέα φάρμακα καθώς και στην αδήριτη ανάγκη να υπάρχει μία σωστή υγεία προς όφελος του ασθενή. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, πριν από το μνημόνιο είχαν επενδύσει το ποσό των 300 εκατ. ευρώ ενώ τα τελευταία χρόνια επένδυσαν το ποσό των 30 εκατ. ευρώ. Και φυσικά δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο το ποσό αυτό, όταν άλλοι τομείς με ιστορία και παράδοση βαίνουν διαρκώς μειούμενοι. Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία αποτελεί έναν μοναδικό αναπτυξιακό πυλώνα της οικονομίας που εξακολουθεί να αντιστέκεται στην παρατεταμένη ύφεση, να τονώνει την αγορά εργασίας, να αποτελεί άριστο πρεσβευτή στις διεθνείς αγορές και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες, για καλύτερες ημέρες στην χώρα.
Πηγή: http://www.onmed.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου