Οι πιο πρόσφατες μετα-αναλύσεις ερευνών έχουν δείξει ότι η χρήση ροσιγλιταζόνης ενδέχεται να σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης ισχαιμικών καρδιαγγειακών επεισοδίων, ενώ η χρήση πιογλιταζόνης δεν σχετίζεται με παρόμοιο κίνδυνο.
Διεξήχθη μελέτη με σκοπό τη σύγκριση των καρδιαγγειακών αποτελεσμάτων και των επιπέδων θνησιμότητας ανάμεσα σε διαβητικούς ασθενείς που ακολούθησαν θεραπεία με ροσιγλιταζόνη και σε ασθενείς που ακολούθησαν θεραπεία με πιογλιταζόνη. Από τους 28.361 ασθενείς που συμμετείχαν στη μελέτη, το 50,3% ακολουθούσε αγωγή με ροσιγλιταζόνη και το 49,7% θεραπεία με πιογλιταζόνη.
Τα περισσότερα ποιοτικά χαρακτηριστικά δεν διέφεραν μεταξύ των δύο ομάδων των ασθενών, κατά την έναρξη της μελέτης. Κατά τη διάρκεια 29.060 ανθρωπο-ετών ιατρικής παρακολούθησης, 1869 ασθενείς κατέληξαν. Έπειτα από προσαρμογή των τιμών στις διάφορες μεταβλητές, αποκαλύφθηκε ότι το ποσοστό θνησιμότητας των ασθενών που είχαν ξεκινήσει θεραπευτική αγωγή με ροσιγλιταζόνη ήταν κατά 15% υψηλότερο σε σύγκριση με εκείνο των ασθενών που είχαν ξεκινήσει θεραπεία με πιογλιταζόνη. Επίσης, η χρήση ροσιγλιταζόνης σχετίσθηκε με 13% αύξηση κινδύνου εκδήλωσης συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας.
Όσον αφορά στα ποσοστά εκδήλωσης εμφράγματος του μυοκαρδίου και εγκεφαλικών επεισοδίων, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικές διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδες.
Συμπερασματικά, τα ευρήματα της ανάλυσης συμφωνούν με τα ευρήματα παλαιότερων αναλύσεων που υποστηρίζουν ότι η χρήση ροσιγλιταζόνης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας, ανεξαρτήτως αιτίου και εκδήλωσης συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, σε σύγκριση με τη χρήση πιογλιταζόνης από διαβητικούς ασθενείς.
ΠΗΓΗ: Arch Intern Med. 2008;168(21):2368-2375.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου