Ερευνα για το εργασιακό στρες των θεραπόντων έδειξε ότι χρειάζονται επειγόντως θεραπεία
Η ψυχή της περίθαλψης στα νοσοκομεία μας, όπως αποκαλούν τους ειδικευόμενους γιατρούς, χρειάζεται επειγόντως... θεραπεία, όπως δείχνει έρευνα ευρείας κλίμακας που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα σχετικά με το εργασιακό στρες των νοσοκομειακών γιατρών στη χώρα μας και πιο συγκεκριμένα των ειδικευομένων. Οι έλληνες γιατροί σε σύγκριση με άλλους ευρωπαίους συναδέλφους τους έχουν περισσότερα συμπτώματα κακής ψυχικής υγείας, άφθονο άγχος, είναι επιρρεπείς στα καρδιαγγειακά νοσήματα, έχουν χαμηλούς δείκτες επαγγελματικής ικανοποίησης και το έχουν... ρίξει στο τσιγάρο για να χαλαρώνουν.
Η έρευνα έγινε από τον Dr. Σταμάτη Αντωνίου, εργασιακό ψυχολόγο-ερευνητή του Ινστιτούτου Επιστήμης και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου του Manchester (UMIST) υπό την εποπτεία των καθηγητών Cary Cooper και Marilyn Davidson, και παρουσιάστηκε σε ειδικό συμπόσιο με θέμα «Τα προβλήματα των ειδικευομένων γιατρών στη χώρα μας», στο πλαίσιο του 26ου Ιατρικού Συνεδρίου (16-20 Μαΐου 2000). Εντάσσεται στο ευρύτερο ερευνητικό πρόγραμμα του πανεπιστημίου για την ψυχική υγεία των εργαζομένων και το εργασιακό στρες όσον αφορά έναν μεγάλο αριθμό επαγγελμάτων. Στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε 12 νοσοκομεία της Αττικής, συμμετείχαν 355 ειδικευόμενοι γιατροί που καλύπτουν τις τέσσερις βασικές κατηγορίες ειδικοτήτων (παθολογικές, χειρουργικές, ψυχιατρικές, εργαστηριακές).
Το 63% ήταν ηλικίας μεταξύ 31 και 35 ετών, στην πλειονότητά τους ανύπαντροι (222 άτομα). Από το σύνολο του δείγματος μόνο 21 είχαν κάνει μεταπτυχιακές σπουδές. Οι περισσότεροι δηλώνουν ότι δεν έχουν άλλη απασχόληση εκτός νοσοκομείου (μόνο 27 είπαν ότι απασχολούνται 8-12 ώρες σε άλλη δουλειά).
Η έρευνα έγινε από τον Dr. Σταμάτη Αντωνίου, εργασιακό ψυχολόγο-ερευνητή του Ινστιτούτου Επιστήμης και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου του Manchester (UMIST) υπό την εποπτεία των καθηγητών Cary Cooper και Marilyn Davidson, και παρουσιάστηκε σε ειδικό συμπόσιο με θέμα «Τα προβλήματα των ειδικευομένων γιατρών στη χώρα μας», στο πλαίσιο του 26ου Ιατρικού Συνεδρίου (16-20 Μαΐου 2000). Εντάσσεται στο ευρύτερο ερευνητικό πρόγραμμα του πανεπιστημίου για την ψυχική υγεία των εργαζομένων και το εργασιακό στρες όσον αφορά έναν μεγάλο αριθμό επαγγελμάτων. Στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε 12 νοσοκομεία της Αττικής, συμμετείχαν 355 ειδικευόμενοι γιατροί που καλύπτουν τις τέσσερις βασικές κατηγορίες ειδικοτήτων (παθολογικές, χειρουργικές, ψυχιατρικές, εργαστηριακές).
Το 63% ήταν ηλικίας μεταξύ 31 και 35 ετών, στην πλειονότητά τους ανύπαντροι (222 άτομα). Από το σύνολο του δείγματος μόνο 21 είχαν κάνει μεταπτυχιακές σπουδές. Οι περισσότεροι δηλώνουν ότι δεν έχουν άλλη απασχόληση εκτός νοσοκομείου (μόνο 27 είπαν ότι απασχολούνται 8-12 ώρες σε άλλη δουλειά).
* Ο φόβος για το λάθος
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τέσσερις είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες στρες στους έλληνες ειδικευόμενους γιατρούς, άνδρες και γυναίκες:
* Οι συνέπειες από ενδεχόμενα λάθη στη διάγνωση ή στην αντιμετώπιση περιστατικών.
* Το ιδιαιτέρως παρατεταμένο ωράριο (π.χ. οι εφημερεύοντες το Σαββατοκύριακο μπαίνουν στο νοσοκομείο την Παρασκευή το πρωί και βγαίνουν το μεσημέρι της Δευτέρας).
* Η απροθυμία των προϊσταμένων τους (επιμελητές Α' και Β' και των διευθυντών των κλινικών) να τους συνδράμουν στο έργο τους («είναι περιορισμένη η αρωγή, ψυχολογική και πρακτική, που μας παρέχουν» λένε).
* Τα περιορισμένα μέσα που έχουν για να ασκήσουν τα καθήκοντά τους και οι χαμηλές οικονομικές αποδοχές σε σύγκριση με τις ώρες που καταναλώνουν στην άσκηση του επαγγέλματός τους, δεδομένου ότι οι ειδικευόμενοι είναι η ομάδα από τους νοσοκομειακούς γιατρούς που δαπανά περισσότερο χρόνο μέσα στο νοσοκομείο. Το 35% (126 άτομα) δήλωσαν ότι τα χρήματα που παίρνουν καλύπτουν το 80% των αναγκών τους, ενώ 97 άτομα είπαν ότι όλο τον μισθό τους τον δίνουν για τις ανάγκες τους. Το 1/3 δηλαδή δήλωσε ότι οι αποδοχές τους τους φτάνουν ίσα ίσα για να ζήσουν.
Οι έλληνες γιατροί, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ήταν λιγότερο ικανοποιημένοι από τη δουλειά τους σε σχέση με τον πληθυσμό που απάντησε στο ίδιο ερωτηματολόγιο (15.000 άτομα από μια μεγάλη γκάμα επαγγελμάτων) αλλά και σε σύγκριση με βρετανούς γιατρούς (ειδικευόμενοι και γενικοί γιατροί)!
Παρουσίασαν επίσης, σε σχέση με τους βρετανούς συναδέλφους τους, περισσότερα συμπτώματα κακής ψυχικής υγείας, δηλαδή μελαγχολία, δυσθυμία, εσωτερική ένταση, συμπτώματα κατάθλιψης, εκνευρισμό, γενικευμένο άγχος, περιόδους απόγνωσης, αδυναμία συγκέντρωσης...
Επιπλέον βρέθηκε ότι είχαν στατιστικώς υψηλότερους δείκτες ως προς τη συμπεριφορά τύπου Α από ό,τι οι νοσοκομειακοί και οι γενικοί γιατροί στη Βρετανία, κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς έχει διαπιστωθεί από 30ετείς μελέτες σε διεθνές επίπεδο ότι τα άτομα με προσωπικότητα τύπου Α είναι επιρρεπή στην εκδήλωση καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Αντιθέτως, ήταν θετικό ότι οι γιατροί μας είναι προσωπικότητες με εσωτερική έδρα ελέγχου (Locus of Control), δηλαδή έχουν ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους, αισθάνονται υπεύθυνοι για τη μοίρα τους και τις αναποδιές, δρουν ως κυρίαρχοι στο περιβάλλον τους και πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν καταστάσεις. Το θετικό αυτό στοιχείο όμως γίνεται σημείο εσωτερικής σύγκρουσης και έντονου στρες καθημερινά για τους έλληνες γιατρούς, αφού πρακτικά στο νοσοκομείο τούς δίνονται λίγες ευκαιρίες για να ανατρέψουν παγιωμένες καταστάσεις και το κατεστημένο.
* Η κακή διατροφή
Λόγω άγχους και υποχρεώσεων οι γιατροί δεν προσέχουν τη διατροφή τους, σιτίζονται άτακτα και χωρίς προσεγμένο διαιτολόγιο, ενώ κάνουν γυμναστική εντελώς περιστασιακά (το 42% είπαν ότι ποτέ δεν ακολουθούν ένα ιδανικό πρόγραμμα σωματικής άσκησης) και έχουν παραπανίσια κιλά (πάνω από το 30% δήλωσαν ότι σχεδόν ποτέ δεν έχουν το επιθυμητό βάρος και το 42% του δείγματος είπαν ότι το καταφέρνουν μερικές φορές).
Εκτός τούτων είναι και «φουγάρα» οι γιατροί μας, αφού το 54% δήλωσαν ότι καπνίζουν (137 άνδρες και 108 γυναίκες).
Ωστόσο αν και έχουν τα πρωτεία στο καπνίζειν, σε σχέση με τους βρετανούς συναδέλφους τους τόσο ως προς τον αριθμό καπνιστών όσο και σε ποσότητα (είναι ενδεικτικό ότι οι άνδρες μετρούσαν τα τσιγάρα σε πακέτα!), καταναλώνουν πολύ μικρότερες ποσότητες αλκοόλ σε σύγκριση με τους γιατρούς στη Βρετανία.
Στην ερώτηση «Βρίσκετε χρόνο για να χαλαρώσετε;» το 40,5% (144 άτομα) δήλωσαν ότι συνήθως δεν βρίσκουν χρόνο, το 40% ότι βρίσκουν περιστασιακά, μόνο έξι άτομα είπαν ότι βρίσκουν σχεδόν πάντα χρόνο για ξεκούραση. Σύμφωνα με την έρευνα, οι έλληνες ειδικευόμενοι παρουσιάζουν σοβαρές διαταραχές στον ύπνο τους και όπως δήλωσαν «οι αϋπνίες ή ο ταραγμένος ύπνος είναι σύνηθες φαινόμενο».
Οπως σημειώνει ο κ. Αντωνίου, το πρόβλημα έλλειψης ύπνου είναι ιδιαίτερα οξύ για τους ειδικευόμενους γιατρούς και «μεγάλος αριθμός πειραματικών μελετών απεκάλυψε ότι η επαγγελματική απόδοση των ειδικευομένων μειώνεται σημαντικά σε περιόδους που οι ώρες ύπνου τους προσαρμόζονται στα προγράμματα αλλεπάλληλων εφημεριών και ανέρχονται μόνο σε λίγες ώρες για διαστήματα τριών ή τεσσάρων ημερών». Εχει βρεθεί ακόμη ότι ο αριθμός αλλά και το είδος των ιατρικών λαθών και παραλείψεων εξαρτάται τόσο από την ποσότητα όσο και από την ποιότητα του ύπνου που κάνουν οι ειδικευόμενοι μέσα στα νοσοκομεία.
Η έλλειψη στοιχειωδών, πολλές φορές, ανέσεων στους χώρους χαλάρωσης και ανάπαυσης των νοσοκομειακών γιατρών καθίσταται συχνά αιτία περαιτέρω ταλαιπωρίας και εξουθένωσής τους. Η διεθνής εμπειρία έχει επανειλημμένως επιβεβαιώσει ότι το εξαντλημένο και καταπονημένο ιατρικό προσωπικό δεν είναι σε θέση να προσφέρει ούτε κλινικές (π.χ. εσφαλμένη συνταγογράφηση, πλημμελής διάγνωση) ούτε ψυχολογικές (π.χ. προβληματικές διαπροσωπικές σχέσεις με τους ασθενείς) υπηρεσίες υψηλής ποιότητας.
* Ασπίδα κατά του άγχους
Τι κάνουν όμως για να αντιμετωπίσουν στρεσογόνες καταστάσεις στο νοσοκομείο; Οι μέθοδοι που δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν οι 355 ειδικευόμενοι ιεραρχούνται σύμφωνα με τις απαντήσεις τους ως εξής:
* Προσπαθούν να αναδιοργανώσουν και να επανασχεδιάσουν τις εργασιακές υποχρεώσεις τους, δηλαδή βρίσκουν ευέλικτους τρόπους για να παρακάμψουν χρονοβόρες διαδικασίες. Ενδεικτικά αναφέρουν κάποιοι ότι «προτιμάμε να συνοδεύσουμε οι ίδιοι τους ασθενείς για τις εξετάσεις τους (ακτινολογικές και εργαστηριακές) ώστε να μην καθυστερούμε... Αυτό είναι και παράπονό μας. Ασχολούμαστε αναγκαστικά και με καθήκοντα νοσηλευτικού προσωπικού για να τα βγάλουμε πέρα... Η εκπαίδευσή μας μπαίνει σε δεύτερη μοίρα συνεχώς...».
* Χαλαρώνουν με την επαφή και τη συζήτηση με φίλους.
* Αποφεύγουν την ταύτιση με την κατάσταση των ασθενών ή την αγωνία των συγγενών και κρατούν αποστασιοποιημένη στάση, απαλλαγμένη από συναισθηματισμούς.
* Προσπαθούν να διαχωρίζουν συστηματικά (κυρίως οι γυναίκες) το εργασιακό από το οικογενειακό περιβάλλον. Σηκώνουν ένα προστατευτικό τείχος ή νοητά στεγανά ανάμεσα στη δουλειά και στην οικογένεια «ώστε το άγχος που ξεχειλίζει στο νοσοκομείο να μην πλημμυρίζει και το σπίτι».
Στην ερώτηση «Θα θέλατε ο/η σύζυγός σας να είναι γιατρός;» υπερδιπλάσιος αριθμός απάντησε αρνητικά και μάλιστα την ίδια άποψη εξέφρασαν περισσότεροι από τους μισούς παντρεμένους με συναδέλφους τους γιατρούς. «Αν και ο σύζυγός μου είναι γιατρός και έχει γνώση των προβλημάτων μου και εκείνος λόγω του χρόνου που αφιερώνει στο νοσοκομείο δεν έχει τη δυνατότητα να με βοηθήσει» είπε χαρακτηριστικά μια γιατρίνα. Μια άλλη όμως που ο σύζυγός της δεν έχει σχέση με το επάγγελμα του γιατρού επεσήμανε: «Δεν μπορεί ο άνδρας μου να καταλάβει τη φύση του ιατρικού επαγγέλματος, τον χρόνο και τη σχέση που αναπτύσσω με τους ασθενείς και γκρινιάζει συνεχώς ότι φέρνω στο σπίτι τα προβλήματα του νοσοκομείου...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου