Ωστόσο, μέχρι σήμερα ελάχιστες έρευνες έχουν εξετάσει αν το σύνολο των ασθενών που λαμβάνουν τα παραπάνω φάρμακα ωφελούνται από αυτά. Θέλοντας να εξερευνήσουν περισσότερο το παραπάνω γεγονός, επιστήμονες από τη Μεγάλη Βρετανία ανέλυσαν δεδομένα από 21 κλινικές δοκιμές.
Πρακτικά, η επιστημονική ομάδα έθεσε δύο ερωτήματα:
- Προκειμένου να μειώσουμε τον κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικού επεισοδίου θα πρέπει να μειώσουμε την LDL χοληστερόλη όσο το δυνατόν περισσότερο;
- Πόσο περιορίζεται ο κίνδυνος των παραπάνω συμβαμάτων από τη χρήση στατινών;
Αναφορικά με το πρώτο από τα δύο ερωτήματα, οι επιστήμονες παρατήρησαν ασθενή σύνδεση ανάμεσα στα επίπεδα μείωσης της LDL χοληστερόλης από τη χρήση στατινών και τον κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου, εγκεφαλικού επεισοδίου ή θανάτου κατά τη διάρκεια που εξέτασαν οι κλινικές μελέτες. Σε ορισμένες μελέτες, η μείωση της LDL χοληστερόλης συνδέθηκε με σημαντική μείωση στον κίνδυνο θανάτου, ωστόσο σε άλλες μελέτες δεν παρατηρήθηκε αυτή η σύνδεση.
Η παρατήρηση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς τα τελευταία χρόνια το όριο για τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης που θεωρούνται «ιδανικά» μειώνεται συνεχώς με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι άνθρωποι να λαμβάνουν στατίνες. Συγκεκριμένα, μία έρευνα παρατήρησε ότι ο αριθμός των ασθενών που λαμβάνουν στατίνες αυξήθηκε κατά 600% από το 1987 μέχρι το 2016.
Αναφορικά με το δεύτερο ερώτημα, οι επιστήμονες έκαναν διαχωρισμό σε απόλυτο και σε σχετικό κίνδυνο. Για παράδειγμα, έστω ότι έχουμε 0.2% πιθανότητα να καταλήξουμε από κάποια νόσο και ένα φάρμακο μειώνει τον κίνδυνο θανάτου στο 0.1%. Καθώς ο κίνδυνος να καταλήξουμε από τη συγκεκριμένη νόσο μειώθηκε στο μισό, αυτό σημαίνει ότι η σχετική μείωση του κινδύνου από το φάρμακο είναι 50%. Ωστόσο, η απόλυτη μείωση στον κίνδυνο θανάτου από το φάρμακο ήταν 0.1%.
Οι επιστήμονες της παρούσας ανάλυσης αναρωτήθηκαν αν η μείωση στον κίνδυνο θανάτου κατά 50% είναι επαρκής για να δικαιολογήσει την χορήγηση των στατινών. Τα φάρμακα αυτά προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες, επομένως όπως τόνισαν οι επιστήμονες θα πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στην απόλυτη μείωση προκειμένου να λάβουμε καλύτερες αποφάσεις.
Στην έρευνά τους, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Internal Medicine, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η απόλυση μείωση του κινδύνου από τις στατίνες ήταν περιορισμένη συγκριτικά με τη σχετική μείωση. Συγκεκριμένα, η σχετική μείωση του κινδύνου σε όσους έπαιρναν στατίνες ήταν 9% για τους θανάτους, 29% για το έμφραγμα του μυοκαρδίου και 14% για το εγκεφαλικό επεισόδιο. Η μείωση στον απόλυτο κίνδυνο για καθένα από τα παραπάνω τελικά σημεία ήταν 0.8%, 1.3% και 0.4%, αντίστοιχα.
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ
Ένα σημείο στο οποίο θα πρέπει ίσως να σταθούμε είναι ότι οι κλινικές δοκιμές προσφέρουν συνήθως δεδομένα για το μέσο ασθενή και δεν εξετάζουν τα οφέλη των φαρμάκων σε ατομικό επίπεδο. Προφανώς, ο κίνδυνος κάθε ανθρώπου μπορεί να διαφοροποιηθεί ανάλογα με τον τρόπο ζωής, καθώς και άλλους παράγοντες. Ο μέσος καρδιαγγειακός κίνδυνος ενός ατόμου μπορεί να εκτιμηθεί σχετικά εύκολα λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως το σωματικό βάρος, το ιστορικό καπνίσματος, τα επίπεδα της χοληστερόλης και η ηλικία.
Η πιθανότητα διάγνωσης με καρδιαγγειακή νόσο στα επόμενα δέκα χρόνια εκφράζεται συνήθως ως ποσοστό. Για παράδειγμα, ένας 65χρονος άνδρας καπνιστής με υπέρταση και υψηλή χοληστερόλη διατρέχει αυξημένο κίνδυνο σε σχέση με μία 45χρονη γυναίκα που δεν καπνίζει ούτε έχει άλλους παράγοντες κινδύνου. Αν ένας γιατρός εκτιμούσε τον κίνδυνο θανάτου για τους παραπάνω ασθενείς τα επόμενα 10 χρόνια, θα παρατηρούσε ότι αυτός είναι, για παράδειγμα, 38% για τον άνδρα και 1.4% για τη γυναίκα.
Ας εξετάσουμε τώρα το ενδεχόμενο της χορήγησης στατινών σε αυτούς τους δύο ασθενείς. Σύμφωνα με τα δεδομένα, οι στατίνες θα μείωναν το σχετικό κίνδυνο θανάτου σε αυτούς τους δύο ανθρώπους κατά 9%. Αυτό σημαίνει ότι ο άνδρας θα μείωνε τον κίνδυνο θανάτου από 38% σε 34.6% και η γυναίκα από 1.4% σε 1.3%.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα της παρούσας μελέτης, αυτό δείχνει ότι ο γιατρός θα πρέπει να συζητά με τον ασθενή τα οφέλη και τους κινδύνους από τη χορήγηση ενός φαρμάκου το οποίο τυπικά χορηγείται εφ’ όρου ζωής. Ιδιαίτερα στους ασθενείς που δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο, τα οφέλη από τη χορήγηση των φαρμάκων αυτών είναι πολύ περιορισμένα.
Τόνισαν επίσης ότι θα πρέπει να βασιζόμαστε περισσότερο στην απόλυτη μείωση του κινδύνου παρά στη σχετική μείωση, καθώς η δεύτερη μπορεί να μας οδηγήσει στη λήψη φαρμάκων που δεν χρειαζόμαστε.
Για παράδειγμα, μία μελέτη διαπίστωσε ότι οι γιατροί θεώρησαν ένα φάρμακο πιο αποτελεσματικό και το συνταγογραφούσαν συχνότερα όταν ενημερώθηκαν για τη σχετική μείωση του κινδύνου από τη χορήγησή του συγκριτικά με την απόλυτη μείωση. Αντίστοιχα, περισσότεροι ασθενείς δέχτηκαν να κάνουν προληπτικές εξετάσεις για τον καρκίνο όταν έμαθαν ποια είναι η σχετική μείωση του κινδύνου από αυτή την παρέμβαση, συγκριτικά με την απόλυτη μείωση.
Προφανώς, αν ο γιατρός σάς έχει συνταγογραφήσει στατίνες δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να σταματήσετε τη λήψης τους. Κάθε απόφαση για την υγεία μας θα πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται σε συνεργασία με τον γιατρό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου