Οι βαριές ασθένειες του ΕΣΥ

Στην Ελλάδα λειτουργεί μια βαριά βιομηχανία δημόσιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που προσεγγίζει μεγέθη ιδιωτικών συστημάτων Υγείας, όπως αυτό των ΗΠΑ, της Ελβετίας και του Μεξικού

Ρεπορτάζ: Μάρθα Καϊτανίδη

Η χώρα μας ξεχειλίζει από γιατρούς, που είναι διπλάσιοι από όσους δραστηριοποιούνται στη Γερμανία και τη Γαλλία, αλλά… ασθενεί από νοσηλευτές. Σε περίοδο οικονομικής κρίσης, παραμένει σταθερά ανάμεσα στις πρώτες χώρες με υψηλή προσφορά σε ακριβές εξετάσεις όπως είναι οι μαγνητικές και οι αξονικές. Και ενώ το δημόσιο Σύστημα Υγείας είναι αχανές, οι Ελληνες συνεχίζουν να βάζουν το χέρι στην τσέπη.
Οταν κανείς παρατηρεί τα στοιχεία που αφορούν το Σύστημα Υγείας στη χώρα μας, αντιλαμβάνεται ότι είναι δαπανηρό, γραφειοκρατικό, σύνθετο και συνεπώς αναποτελεσματικό. 
Η κατάσταση αυτή και σε συνδυασμό με την απουσία αυστηρού ελέγχου προκαλεί παραδοξότητες, αποκλειστικά… ελληνικές.
Η πρωτότυπη αυτή… συνταγή αποτυπώνεται και στα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Μόνο με την Κούβα μπορεί να συγκριθεί η χώρα μας σε ό,τι αφορά τον ιατρικό πληθωρισμό. Στην Ελλάδα αναλογούν τουλάχιστον 62 γιατροί ανά 10.000 κατοίκους, ενώ η Κούβα έρχεται πρώτη με 67,2 γιατρούς ανά 10.000 κατοίκους. Παράλληλα στη Γερμανία αναλογούν μόλις 36 γιατροί ανά 10.000 κατοίκους και στην Αγγλία 27,4!

Μάλιστα στη χώρα μας, όπως υπογραμμίζεται σε έκθεση του ΙΟΒΕ που δημοσιεύτηκε το 2011 με τίτλο: «Δαπάνες υγείας και πολιτικές υγείας την περίοδο του Μνημονίου στην Ελλάδα», την οποία συνυπογράφουν ως επιστημονικοί υπεύθυνοι οι καθηγητές Γιάννης Κυριόπουλος και Νίκος Μανιαδάκης και ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, ο ρυθμός αύξησης του αριθμού των γιατρών υπερβαίνει τον ρυθμό ανάπτυξης του πληθυσμού.
Ετσι, μοιραία, από την υπερπληθώρα γιατρών προκαλείται αύξηση της δαπάνης υγείας, αφού το ιατρικό προσωπικό δεν λειτουργεί πάντα με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες των ασθενών, αλλά προέχει το οικονομικό όφελος που προκύπτει από την υπερσυνταγογράφηση ιατρικών εξετάσεων και φαρμάκων.
Τα στοιχεία οδήγησαν τους δανειστές της χώρας κατά το τελευταίο αναθεωρημένο Μνημόνιο να απαιτούν, σε ό,τι αφορά το νέο ενιαίο Ταμείο, εξορθολογισμό της αναλογίας γιατροί - ασθενείς.
Στελέχη του ΕΟΠΥΥ όμως κάνουν λόγο για σχεδιασμούς χωρίς βάση, αφού στην πραγματικότητα το Ταμείο είναι υποστελεχωμένο από συμβεβλημένους γιατρούς. Οι ελλείψεις εντοπίζονται σε συγκεκριμένες ειδικότητες και σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, ενώ «οι γιατροί αρνούνται να συμβληθούν παρά τις προκηρύξεις θέσεων, γιατί το πακέτο αμοιβών δεν είναι δελεαστικό».



ΤΑ ΚΕΝΑ. Ετσι, οι ασθενείς περιμένουν στις ουρές για να εξεταστούν και να τους συνταγογραφηθούν τα απαραίτητα για την υγεία τους φάρμακα. Κενά στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό εντοπίζονται και στα 132 δημόσια νοσοκομεία, καθώς οι προσλήψεις έχουν παγώσει ενώ έχουν αυξηθεί οι συνταξιοδοτήσεις. Και παρά το γεγονός ότι πλέον εμπίπτει στις αρμοδιότητες των διοικητών να καλύπτουν τις ελλείψεις με μετακινήσεις προσωπικού, το σχέδιο καθυστέρησε.
Είναι ενδεικτικό ότι μόλις αυτή την εβδομάδα υπεγράφη η πρώτη σχετική απόφαση για μετακίνηση 30 νοσηλευτών από το νοσοκομείο «Αγία Βαρβάρα» στο «Αττικόν».
«Παρά τις δύσκολες συνθήκες προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους του Εθνικού Συστήματος Υγείας», δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας κ. Μάριος Σαλμάς, προσθέτοντας ότι με τον τρόπο αυτό «θα ανοίξει η Νευροχειρουργική κλινική, η Ουρολογική και η Γναθοχειρουργική».

Παράλληλα, ενώ στην Ελλάδα του 2010 το ποσοστό του ΑΕΠ για την Υγεία δεν άγγιζε το 10,2% υπερβαίνοντας τον μέσο όρο των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ (9,5%), οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας έφταναν το 40% και οι Ελληνες πλήρωναν από την τσέπη τους περισσότερα από 1.000 ευρώ τον μήνα για γιατρούς, εξετάσεις και φάρμακα.
Στη χώρα μας λειτουργεί μια βαριά… βιομηχανία δημόσιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, που προσεγγίζει μεγέθη ιδιωτικών συστημάτων Υγείας όπως αυτό των ΗΠΑ, της Ελβετίας και του Μεξικού. Αντίθετα στη Γαλλία και τη Γερμανία οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας δεν ξεπερνούσαν το 23%, κάτι που σημαίνει ότι οι ασθενείς εκεί ανοίγουν σπανιότερα το πορτοφόλι τους.
Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες αποτελεί και το γεγονός ότι παρόλο που η δημόσια δαπάνη είναι χαμηλή σε σχέση με εκείνη άλλων χωρών σε ό,τι αφορά την περίθαλψη των πολιτών, η σπατάλη σε φάρμακα, εξετάσεις και υλικά αναδεικνύει πρωταθλήτρια τη χώρα μας ακόμη μία φορά.
Οι συνολικές δαπάνες του ΕΣΥ για υλικά και υπηρεσίες εκτοξεύτηκαν τη διετία 2008-2009 αποτελώντας το 1,3%-1,5% του ΑΕΠ εν απουσία ελέγχου. Τα χρέη που δημιουργήθηκαν από το σύστημα προμηθειών των νοσοκομείων του ΕΣΥ ανήλθαν στα 6 δισ. ευρώ το 2010.



ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ. Εκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι στο Μνημόνιο αναφέρεται πως θα πρέπει η δημόσια δαπάνη υγείας να συγκρατηθεί σε ποσοστό ίσο ή κάτω του 6% του ΑΕΠ, παρότι η Ελλάδα ουδέποτε είχε ξεπεράσει αυτό το όριο.
Αντίθετα και εξαιτίας των μειώσεων η δημόσια δαπάνη υγείας οδεύει προς ποσοστά κάτω του 4% του ΑΕΠ (σύμφωνα με την εκτίμηση του ΙΟΒΕ), αγγίζοντας τα ποσοστά της Πολωνίας και της Εσθονίας όπως αυτά ίσχυαν το 2007.
Αυτή είναι άλλωστε η πιο δυνατή εξίσωση που καλούνται να λύσουν τα στελέχη του υπουργείου Υγείας: παρότι αυξήθηκε η ζήτηση στις δημόσιες δομές υγείας κατά τουλάχιστον 25% με τους έλληνες ασθενείς να αναζητούν αποκλειστικά δωρεάν περίθαλψη, οι δανειστές της χώρας ζητούν περαιτέρω μείωση στη χρηματοδότηση του συστήματος.
Οπως δηλώνουν στελέχη του υπουργείου Υγείας αλλά και οικονομικοί επιστήμονες, η χώρα καλείται να επιτύχει το αδιανόητο, δηλαδή «να κάνει παρεμβάσεις μέσω κρίσης ώστε να μειώσει τη σπατάλη και παράλληλα να επενδύσει στο Σύστημα Υγείας σε μια κρίσιμη για τους ασθενείς περίοδο».


ΠΗΓΗ : ta nea.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου