Φτού ξελευθερία… του Τάσου Φούντογλου

Πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εικοσιπέντε …εκατό… φτού και βγαίνω. Και που, βγήκα, δηλαδή όλοι άφαντοι. Όλοι σκορπισμένοι σε κρυψώνες αδειανές.  Όσο και αν έψαξα για τους γνωστούς που μου συστήθηκαν ως φίλοι και συμπαραστάτες στη δύσκολη αυτή στιγμή του Μνημονίου, πίσω από τις ηχηρές τους λέξεις, τις βλοσυρές μακρηγορίες και τις εκτός σχεδίου πόλεως αυθαίρετες και μεγάλες υποσχέσεις,  δε μπόρεσα να βρώ κανέναν. Και αυτό όχι από τεμπελιά δικιά μου, αλλά από δείλιασμα δικό τους.

Την ώρα που τα φυλούσα, βέβαια, άκουγα γύρω μου χαμό. Λέξεις να ξεπετάγονται ορμητικά από παντού, ιδέες να ξεχύνονται φουριόζες από όλες τις μεριές, στόματα απύλωτα να φλυαρούν και να κομπάζουν, μεγάλες υποσχέσεις να υψώνονται ως απάνω για να μπορούνε στη συνέχεια, πέφτοντας, να κάνουν την πρέπουσα εντύπωση με τον ξερό τους κρότο  και νιάτα οργισμένα να χιμούν εμπρός, να χτυπάνε τα χέρια τους σε ότι βρεθεί μπροστά τους και να απειλούν θεούς και δαίμονες. Εκ του μακρόθεν πάντα. Γιατί όσο και να το κάνεις οι δαίμονες είναι δαίμονες και οι θεοί δε χαμπαριάζουν!

Όλοι τους ψάχνανε την πιο σίγουρη κρυψώνα. Μερικοί για να μαζευτούν εκεί, να συγκεντρώσουν την πολύτιμη μαγιά που απαιτείται σε περιόδους κρίσης και να πετύχουν το αλλιώτικο φούσκωμα της ζύμης.
Άλλοι για να προφυλαχθούν από τον εφήμερο θυμό του λαουτζίκου και να ξαναβγούνε πάλι στα αιρετά τους ξέφωτα, σαν κατακάτσει η σκόνη. Άλλοι, πάλι, δίχως κάποιον συγκεκριμένο λόγο. Έτσι. Για τη χαρά του παιχνιδιού.
Και εγώ στις γνώριμες συνήθειες του απλού πολίτη. Να τα φυλάω μέχρι το εκατό και να τους δίνω χρόνο για να βρούνε την κατάλληλη κρυψώνα. Οι πρώτοι για να μαζέψουν εκεί τους καλύτερους, οι δεύτεροι για να λησμονηθούνε και οι τελευταίοι έτσι. Για τη χαρά του παιχνιδιού. Εγώ προσωπικά για τους πρώτους νοιάζομαι και στις λιγοσύχναστες κρυψώνες τους προσδοκώ να βρω τη διέξοδο από τη σημερινή κρίση. Στο ψάξιμο, εξάλλου, ο καθένας μας είναι διαφορετικός. Άλλος πάει στις προφανείς κρυψώνες, εκεί που σίγουρα θα βρει πρόθυμο στήριγμα για το μικροπροβληματάκι του. Άλλωστε, όλο και κάποιος κανακάρης θα θέλει μετάθεση από τον Έβρο!

Άλλος ψάχνει λιγάκι περισσότερο. Να ξετρυπώσει την ουσία και να στοιχηθεί ξοπίσω της. Άλλος πάλι δεν κουνιέται ρούπι. Όποιος είναι να βγεί απ´ την κρυψώνα του ας βγεί. Εγώ λαγωνικό δεν γίνομαι που να χτυπιέστε κάτω.

Φτού και βγαίνω, λοιπόν. Κοιτάω γύρω μου, ερημιά. Οι αγανακτισμένες πλατείες άδειασαν , τα πανό κατέβηκαν, οι θορυβώδεις μούντζες αλλάξανε κατεύθυνση και αυτές. Άλλες επέστρεψαν στις βαρυφορτωμένες τσέπες με τις μαυραγορίτικες συνήθειες και άλλες λυγίσανε από το βάρος της απόγνωσης και  μετατράπηκαν σε χέρια αμίλητα και απλωμένα. Οι μικροαστοί μες στην μαύρη απελπισία. Οι αγρότες από καιρό χαμένοι στων επιδοτήσεων την μετάφραση. Μονάχα οι μεσοαστοί κινητοποιούνται κάπως.  Αναζητούν το νέο ηγέτη για να τους εγγυηθεί για μια ακόμα φορά τις τραπεζικές τους καταθέσεις . Διακόσια δίσ στις ελληνικές τράπεζες, καμιά πενηνταριά στα μπαούλα και άλλα τόσα στα ιδρύματα της  μισητής Εσπερίας δεν ταιριάζουν σε χώρα εξαθλιωμένων μεσοαστών. Ορίστε αριστεροί μου η πλουτοκρατία σας! Αν έχετε τα κότσια βάλτε τα μαζί τους. Αν έχετε τα άντερα απαρνηθείτε την εκλογική τους ισχύ και ψάξτε το πόθεν των χρημάτων τους. Πληροφοριακά να σας ενημερώσω πως οι συγεκριμένοι χειροκροτούν με πάθος στο άκουσμα του ντίλι ντίλι το καντήλι, γιατί …ψήφισαν τον Κωνσταντίνο, που τον απαρνήθηκαν για τον Αντρέα, που τον ξεπούλησαν για τον Κώστα, που τον εγκατέλειψαν για τον Κωστάκη, που τον πρόδωσαν για το Γιωργάκη που πήρε το φιτίλι μέσα από το καντήλι, που έφεγγε τη χώρα μας και κεντά η κόρη το μαντήλι, ντίλι, ντίλι, ντίλι…

Από τα βαρύγδουπα ονόματα περάσανε δίχως καμία αναστολή στα υποκοριστικά. Η τσέπη τους να γεμίζει με τα λεφτά του Δημοσίου και ας πάνε να μαμηθούνε όλοι οι άλλοι, στη διαχρονική λογική της παράγκας. Εξάλλου «παράγκες» δεν ανέχεται μια κοινωνία που η αισθητική της είναι μαθημένη στη μεγαλοπρέπεια του δημόσιου χώρου.  «Παράγκες» ανέχεται η κοινωνία που γεννήθηκε σε αυτές και δεν τολμά η ξιπασμένη να τις αποδεχτεί ως πατρικό της. Γι´ αυτό και όταν τους μιλάς για πόθεν έσχες αρχίζουνε τα παλαβά τους για γερμανικές αποζημιώσεις, εξωγήινους, λέσχες Μπίλντεμπεργκ, κακούς Νταλάρες και άλλα τέτοια φαιδρά. Μέχρι εψές  διαγκωνίζονταν για το έσχες τους στα μπουζουκομάγαζα, τα καφέ, τις πλατείες και τις δεξιώσεις. Μαλώνανε οι κυράτσες τους για τα πεντάστερα των καλοκαιρινών διακοπών και τις λαμέ τις γόβες! Μέσα σε δυο χρόνια το έσχες μας τελείωσε.  Μας τελείωσε όμως; Ή κάποιοι ψελίζουνε το πόθεν και, όπως και να το κάνεις, ο φόβος φυλάει τα έρμα;

Αλλά και στις ερημιές της εγχώριας πολιτικής οι ίδιες πολυσύχναστες φανφάρες . Οι επίγονοι της κλεπτοκρατίας περιστοιχισμένοι από τις παρασιτικές ελίτ  στέκουν πανέτοιμοι πάνω από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, έτοιμοι να βουτήξουν στα δημοκρατικά νερά και να εξιλεωθούν για τον αμαρτωλό τους βίο. Ο Βαγγέλης και ο Πάρις έτοιμοι και αυτοί από καιρό για το νέο χάραμα του πράσινου ήλιου, σε μια χώρα καταδικασμένη να υπομένει για πολλά χρόνια ακόμα το λιόγερμα μιας ολόκληρης εποχής. Η Αριστερά χαμένη στην μετάφραση του Μάρξ να παλεύει με τα μετεμφυλιακά της φαντάσματα και η Δεξιά ανεξάρτητη, λαϊκή, δημοκρατικά συμμαχική και ανοιξιάτικη. Πάντοτε large και υπεράνω ήτανε, δεν πρόκειται να αλλάξει τώρα!

Προσπερνάω τις  προφανείς κρυψώνες μιας και ξέρω ο έρμος τι θα βρω εντός τους και ψάχνω για τις άλλες. Τις κρυφές. Τις δύσκολες. Άνθρακας ο θησαυρός και εκεί. Και, όμως, τόσο καιρό ακούω να μιλάνε για  αυτόν τον θησαυρό. Δεν μπορεί να εξαφανίστηκε ως δια μαγείας.  Ειδικά εκεί γύρω στα μισά του «πέντε, δέκα, δεκαπέντε» άκουσα κάποιους να φωνάζουν: « Εκεί. Εκεί να πάμε. Να στρωθούμε κάτω, να βγάλουμε τους εκσυγχρονισμούς και τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται αυτός ο τόπος από τις τσέπες μας και να τις βάλουμε αντάμα. Να φτιάξουμε πρόταση και να καλέσουμε τον κόσμο να την κάνει πράξη. Αυτό είναι το χρέος μας και το χρέος δεν είναι συνηθισμένο να δειλιάζει». Καθώς αισθανόμουν την αύρα τους να ξεμακραίνει άκουσα τον έναν να λέει φωναχτά στον άλλον: Για την Ελλάδα, τώρα! Αναθάρρησα. Πάντα όταν ακούω την λέξη αυτή επιτρέπω στον εαυτό μου ενός λεπτού σιγή για να χαρεί το άκουσμα. Να ψηλώσει λιγάκι παραπάνω το ανάστημά του, να αισθανθεί λιγάκι κάποιος και, αφού περάσουν τα εξήντα δευτερόλεπτα, να επιστρέψει στις πεζές εκφράσεις μιας ζωής που δεν θεωρώ ότι μας ταιριάζει.
Λίγο μετά άλλες φωνές. Άλλη αντάρα να ψάχνει και να μοιράζει υποσχέσεις . Κοινωνικός σύνδεσμος. Καλώς τους και ας άργησαν. Πάλι μεγάλα λόγια, βαρύγδουπες εκφράσεις, εκσυγχρονισμοί, αλλαγές, μεταρρυθμίσεις, ανακαινισμένες δημοκρατικές συνήθειες. Χάθηκαν και αυτοί ψάχνοντας τις δικές τους τις κρυψώνες. Αφαντοι.
Καλά με ορμήνευε κάποτε η εμπειρία της γιαγιάς: όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι. Το πρόβλημα είναι ότι και το μικρό καλάθι που κρατάω εγώ ο μικρός και τιποτένιος πολίτης αυτής της χώρας φαντάζει υπερβολικά ευρύχωρο για τα κεράσια που συναντώ στο δρόμο μου. Ένα εκεί. Ένα παραπέρα. Και τα περισσότερα  από αυτά άγλυκα και σκουληκιασμένα.

-          Και τι θέλεις άνθρωπέ μου να κάνουμε; Να αλλάξουμε το σύστημα μέσα σε χρόνο που βολεύει εσένα;

-          Όχι να το αλλάξετε. Τέτοιες αυταπάτες, τουλάχιστον εγώ, δεν τρέφω. Να το φοβερίσετε λιγάκι. Αυτό θέλω για αρχή

-          Τι εννοείς;

-          Αρθρώστε λόγο. Για να καταλάβει ο κόσμος τη διαφορά από τη φωνή.

-          Θέλει Παιδεία αυτό. Δεν γίνεται από την μια στιγμή στην άλλη

-          Και από πότε η Παιδεία έγινε άλλοθι για το λιγόστεμα της αλλαγής; Αν χρειαζόμαστε Παιδεία ελάτε να μας την προσφέρετε.

-          Δεν μας καλούνε στις τηλεοπτικές τους εκπομπές. Δεν μας δίνουν βήμα.

-          Και οι λαϊκές αγορές; Τα καφενεία και οι πλατείες; Οι αίθουσες και τα αμφιθέατρα; Βγείτε εκεί, ανάμεσά μας, και μιλήστε επιτέλους. Για αυτά που πρέπει να γίνουν κι για αυτά που πρέπει να αφήσουμε ξοπίσω μας.

Αν δεν μπορείτε τώρα, στην μέση της χειρότερης κρίσης μας να ανταμωθείτε και να συνεισφέρετε τον δικό σας οβολό σκέψης και λόγου στον πολιτικό έρανο που διέξαγεται για τη σωτηρία της χώρας, πότε ακριβώς σκοπεύετε να μας επισκεφτείτε; Όταν η κούραση θα λυγίσει τις αντοχές μας και η απογοήτευση θα λειάνει τις γωνιές του θυμού μας; Όταν οι ίδιοι και οι ίδιοι θα ξαναξεμυτίσουν από τις ίδιες και τις ίδιες κρυψώνες τους για να φωνάξουνε το ίδιο και απαράλλαχτο φτού ξελευτεριά; Δυναμώστε τον βηματισμό σας, χαμηλώστε τους εγωισμούς σας και σταματήστε να μαλώνετε για το βηματάκι εμπρός. Μια φορά μου επιτρέπεται να φωνάξω «κλούβιασαν τα αβγά» και να κερδίσω λίγο χρόνο για εσάς. Και τη φορά αυτή την σπατάλησα. Καιρός να βγείτε μπροστά. Και αν δεν μπορείτε, να μας το πείτε για να ψάξουμε αλλού..

*Ο Τάσος Φούντογλου είναι ειδικευόμενος νεφρολογίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου