ΠΔ 121/2008: Κανόνες συνταγογράφησης

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 121 ΦΕΚ Α 183/3.9.2008 

Καθορισμός των υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών, των θεραπόντων και  ελεγκτών ιατρών και των φαρμακοποιών, καθώς και των σχετικών κυρώσεων. 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 

Έχοντας υπόψη: 
1. Τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 20 του ν. 2458/ 1997 (Α' 15), όπως  το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του ν. 2737/1999 (Α' 174). 

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κώδικα νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα  κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ/τος 63/2005 (Α' 98). 

3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος των ασφαλιστικών οργανισμών και του κρατικού προϋπολογισμού. 

4. Την υπ' αριθμ. 142/2008 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά  από πρόταση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αποφασίζουμε: 


Άρθρο 1 

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ - ΣΚΟΠΟΣ 

Καθορίζονται ενιαία για τον Οργανισμό Περίθαλψης Ασφαλισμένων του Δημοσίου (ΟΠΑΔ) και όλους τους φορείς και κλάδους ασθένειας αρμοδιότητας Γενικής  Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά την παροχή φαρμακευτικής περίθαλψης. 

α. Οι υποχρεώσεις των θεραπόντων ιατρών. 

β. Οι υποχρεώσεις των ελεγκτών ιατρών. 

γ. Οι υποχρεώσεις των συμβεβλημένων φαρμακοποιών. 

δ. Οι υποχρεώσεις των ασφαλιστικών οργανισμών. 

ε. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση μη τήρησης των ανωτέρω  υποχρεώσεων και ο καταλογισμός των ευθυνών λόγω ζημίας που προκύπτει στους  ασφαλιστικούς οργανισμούς. 



Άρθρο 2 

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΘΕΡΑΠΟΝΤΩΝ ΙΑΤΡΩΝ 


1. Οι θεράποντες ιατροί, σύμφωνα με τον κανονισμό περίθαλψης των ασφαλιστικών  οργανισμών, κατά τη συνταγογράφηση στους ασφαλισμένους τους, υποχρεούνται : 


α. Να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, ειδικά όσον  αφορά την υποχρέωση ορθής συνταγογράφησης, τις διατάξεις της νομοθεσίας και  των οδηγιών των αρμοδίων Υπουργείων περί του τρόπου, χρόνου και όρων παροχής  ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και να τηρούν τους όρους των συμβάσεων τους. 

β. Να ενεργούν σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας. 

γ. Να εφαρμόζουν τα προβλεπόμενα στους κανονισμούς ιατροφαρμακευτικής  περίθαλψης των ασφαλιστικών οργανισμών και να τηρούν τους όρους των συμβάσεων  τους, εφόσον δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις του παρόντος. 

δ. Να ελέγχουν το βιβλιάριο υγείας και να διαπιστώνουν εάν το πρόσωπο που  προσέρχεται για εξέταση ταυτίζεται με αυτό που αναγράφεται ή εικονίζεται στο  βιβλιάριο υγείας, βεβαιώνοντας ότι υπάρχει ασφαλιστική ικανότητα. 

ε. Να εξετάζουν τον ασφαλισμένο πριν χορηγήσουν τη συνταγή και να  συνταγογραφούν ιδιοσκευάσματα φαρμακευτικής δράσης σχετικής με την νόσο και  μόνο για νοσήματα της ειδικότητας τους. Οι συνταγογράφοι ιατροί είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την ορθή και σύννομη συνταγογράφηση κατά τις  διατάξεις του παρόντος διατάγματος. 

στ. Να ελέγχουν από το βιβλιάριο υγείας τυχόν προηγούμενη φαρμακευτική αγωγή,  για την ίδια νόσο, ώστε να αποφεύγεται η συνταγογράφηση ιδιοσκευασμάτων η  δραστική ουσία των οποίων έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική στο συγκεκριμένο  ασθενή ή ακατάλληλη για την περίπτωση του. Επιτρέπεται όμως η αναγραφή  ισοδυνάμου σκευάσματος που ταυτίζεται φαρμακολογικούς από πλευράς ουσίας με  φάρμακο που έχει συνταγογραφηθεί. 

ζ. Να μη επαναλαμβάνουν τη συνταγή φαρμάκων, εφόσον από τη δοσολογία που υποχρεωτικά αναγράφεται στη συνταγή και το χρόνο λήψης, δεν δικαιολογείται η  ανάλωση των χορηγηθέντων με την προηγούμενη συνταγή. 

η. Να συμπληρώνουν ευανάγνωστα και με ακρίβεια όλα τα στοιχεία επί του  εντύπου της συνταγής και συγκεκριμένα τη διάγνωση, την ονομασία, τη  δοσολογία, την περιεκτικότητα και την ποσότητα των συνταγογραφουμένων  φαρμάκων, καθώς και να αναγράφουν το ποσοστό συμμετοχής (%) ή τη μηδενική  συμμετοχή του ασφαλισμένου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, με υπογραφή  και σφραγίδα του θεράποντα γιατρού. 

Σε περίπτωση που στη συνταγή δεν αναγράφεται το ποσοστό συμμετοχής του  ασφαλισμένου στη δαπάνη των φαρμάκων, η συμμετοχή υπολογίζεται αυτοδίκαια στο 25%. Επειδή το ποσοστό συμμετοχής επί της συνταγής από τον συνταγογράφο ιατρό  δεσμεύει το φαρμακοποιό κατά την εκτέλεση της, οποιαδήποτε διαφορά κατά  παρέκκλιση της κειμένης νομοθεσίας καταλογίζεται στο συνταγογράφο ιατρό. 

Συνταγές με διορθώσεις πρέπει να φέρουν υποχρεωτικώς επί των διορθώσεων  υπογραφή και σφραγίδα του γιατρού, άλλως δεν εκτελούνται. 


θ. Να αναγράφουν μόνο μία μονάδα ιδιοσκευάσματος στις περιπτώσεις οξέων  περιστατικών όταν εκτιμούν ότι η διάγνωση δεν είναι απόλυτα ασφαλής και  κρίνουν ότι για το λόγο αυτό δεν υπάρχει βεβαιότητα για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. 

Περισσότερα της μίας μονάδας ιδιοσκευάσματος και μέχρι δύο συνταγραφούνται  μόνο εφόσον κρίνεται απολύτως αναγκαίο να συνεχισθεί, συγκεκριμένη  θεραπευτική αγωγή του ασθενούς για χρονικό διάστημα, για το οποίο δεν επαρκεί  η μία μονάδα και πάντως όχι για χρονικό διάστημα, περισσότερο του ενός (1)  μηνός ανά συνταγή σύμφωνα με τη δοσολογία του γιατρού. 

Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις συσκευασίες που περιέχουν μια δόση, για  συσκευασίες ιδιοσκευασμάτων απαραιτήτων για φαρμακοτεχνικές εργασίες, για τις  επαναλαμβανόμενες συνταγές και τις συνταγές με θεραπεία μέχρι μήνα. 


ι. Να χορηγούν "επαναλαμβανόμενη συνταγή" τρίμηνης διάρκειας μόνο για  παθήσεις της ειδικότητας τους στους ασθενείς ασφαλισμένους που πάσχουν από  χρόνιες παθήσεις και ακολουθούν σταθερή θεραπευτική αγωγή. 


Για την εν λόγω συνταγή χρησιμοποιούνται τρία συνεχή φύλλα του συνταγολογίου.  Το κάθε φύλλο της επαναλαμβανόμενης συνταγής αριθμείται από τον ιατρό, ο  οποίος και αναγράφει στο κάθε ένα από αυτά τις λέξεις "επαναλαμβανόμενη  συνταγή". 

Το κάθε φύλλο εκτελείται χωριστά ανά μήνα από το φαρμακοποιό. Το δεύτερο ή  τρίτο φύλλο της επαναλαμβανόμενης συνταγής μπορεί να προσκομίζεται στο  φαρμακείο για εκτέλεση και μέχρι 5 ημέρες νωρίτερα ή αργότερα από την  αναγραφόμενη στο κάθε φύλλο ημερομηνία. 

(Ειδικά για τους γιατρούς του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δίνεται η δυνατότητα να χορηγούν  συνταγή με αγωγή διάρκειας έως και δύο (2) μηνών για παθήσεις της ειδικότητας  τους στους ασθενείς ασφαλισμένους του ιδρύματος που πάσχουν από χρόνιες  παθήσεις μόνο όταν ακολουθούν σταθερή θεραπευτική αγωγή. Για την εν λόγω  συνταγή χρησιμοποιείται ένα φύλλο του συνταγολογίου στο οποίο αναγράφεται η  ποσότητα φαρμάκων που καλύπτει, σύμφωνα με τη δοσολογία, τη θεραπευτική αγωγή  των αντίστοιχων ημερών. 

Η εν λόγω συνταγή θεωρείται από τον αρμόδιο ελεγκτή γιατρό του ιδρύματος). 

*** Τα τρία τελευταία εδάφια της περίπτωσης ι΄ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με την παράγραφο 15 άρθρου 85 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011. 

ια. Να μην προτρέπουν με οποιοδήποτε τρόπο τους ασφαλισμένους να εκτελούν τις  εκδιδόμενες συνταγές σε συγκεκριμένο φαρμακείο και να μην προσκομίζουν οι  ίδιοι τις συνταγές στο φαρμακείο για εκτέλεση. Η παράβαση αυτή συνεπάγεται  και την πειθαρχική δίωξη του ιατρού από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα. 

2. Οι αγροτικοί ιατροί υποχρεούνται να συνταγογραφούν μόνο μία μονάδα  ιδιοσκευάσματος. Εξαιρετικά και μόνο σε περίπτωση χορήγησης ενεσίμων  διαλυμάτων μιας δόσης εκάστου, ο αγροτικός ιατρός δύναται να αναγράφει πέραν της μίας μονάδας ιδιοσκευάσματος, όση ποσότητα απαιτείται για την κάλυψη  θεραπείας. 

Επίσης συνταγογραφούν για χρονίως πάσχοντες ασφαλισμένους, συνταγή για  θεραπεία μέχρι ενός (1) μηνός καθώς και "επαναλαμβανόμενη συνταγή" τρίμηνης  διάρκειας, μόνο βάσει γνωμάτευσης του ιατρού ειδικότητας. Η γνωμάτευση ισχύει  για όσο χρόνο έχει καθορίσει ο γιατρός ειδικότητας και πάντως όχι πέραν της  διετίας από την έκδοση της. 

Τις αυτές υποχρεώσεις έχουν και οι ιατροί χωρίς ειδικότητα που συνάπτουν  συμβάσεις με τον ΟΠΑΔ ή ασφαλιστικούς οργανισμούς υπό τις προϋποθέσεις του  άρθρου 5 περ. στ` του παρόντος διατάγματος. 

«3. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, ανεξάρτητα  τυχόν ποινικών ευθυνών και διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται από την  κείμενη νομοθεσία, αποτελεί: 

 Για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ., καθώς και για τους ιατρούς μονίμους ή επί  συμβάσει των ασφαλιστικών οργανισμών, πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο  επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για κάθε  κατηγορία. 

Για τους ιατρούς τους συμβεβλημένους με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. λόγο προσωρινού αποκλεισμού από την παροχή υπηρεσιών σε  ασφαλισμένους των φορέων από τέσσερις (4) μέχρι δώδεκα (12) μήνες ή  οριστικής καταγγελίας της σύμβασης, για το συγκεκριμένο ασφαλιστικό  οργανισμό ή και οποιονδήποτε  άλλον ασφαλιστικό φορέα έχει συνάψει σύμβαση, ανάλογα με τη συχνότητα και  σοβαρότητα αυτής, καθώς και λόγο αποκλεισμού κάθε μελλοντικής συνεργασίας με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. 

  Για τους μη συμβεβλημένους ιατρούς λόγο αποκλεισμού κάθε συνεργασίας με  τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. 
  Η απόφαση για τον προσωρινό αποκλεισμό ή την οριστική καταγγελία της  σύμβασης ή για αποκλεισμό κάθε μελλοντικής συνεργασίας εκδίδεται κατά  περίπτωση  ανάλογα με το όργανο που έχει διαπιστώσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων των  ιατρών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, από τον Γενικό Επιθεωρητή της  ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. ή τα αρμόδια όργανα των ασφαλιστικών οργανισμών, κατόπιν  εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά από κλήση για παροχή εγγράφων 

εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων  ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής κλήσης. Η απόφαση του Γενικού  Επιθεωρητή  είναι δεσμευτική για τις Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Φορέων. 

  Κατά της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή ασκείται μέσα σε αποκλειστική  προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής  Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010, ενώ κατά της  απόφασης του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα εφαρμόζονται αναλόγως  τα αναφερόμενα στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008. 

Εάν η Επιτροπή Ενστάσεων δεν αποφανθεί επί της ασκηθείσας ενδικοφανούς  προσφυγής εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την  ημερομηνία άσκησης της, θεωρείται ότι την απέρριψε. 

Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκηση της δεν  αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης του Γενικού Επιθεωρητή, μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. 

Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές. Σε κάθε περίπτωση οι παραβάσεις των ιατρών γνωστοποιούνται και στον οικείο  Ιατρικό Σύλλογο, προκειμένου να διερευνήσει την υπόθεση και να επιβάλλει τις  προβλεπόμενες πειθαρχικές κυρώσεις.» 

***Η παρ.3,όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 32 παρ.1Α Ν.3846/2010  (ΦΕΚ Α 66/11-05-2010),αντικαταστάθηκε ως άνω με την παράγραφο 3 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011. 

 «4. Σε περίπτωση παραβάσεως των προβλεπόμενων από το παρόν άρθρο υποχρεώσεων  των ιατρών, πλην των αναφερόμενων στην ανωτέρω παράγραφο πειθαρχικών,  διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, επιβάλλονται επιπλέον στους ιατρούς που  συνδέονται με οποιαδήποτε σχέση με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και τον Ο.Π.Α.Δ., με αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων που  διενήργησαν τον έλεγχο, οι κάτωθι κυρώσεις: » 

*** Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παράγραφο 4 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011. 

α. Καταλογισμός της ζημίας που προκαλείται από τη συνταγογράφηση προσαυξημένη κατά πενήντα τοις εκατό (50%).

 β. Πρόστιμο κυμαινόμενο από 3.000 ¤ έως 15.000 ¤ αναλόγως με τη συχνότητα και βαρύτητα της παράβασης.

 Σε περίπτωση μη έγκαιρης καταβολής των προστίμων, τα ποσά αυτά εισπράττονται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.

 Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων εφαρμόζονται ανάλογα τα αναφερόμενα στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του παρόντος διατάγματος."

***Η παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 32 παρ.1Β του Ν. 3846/2010
(ΦΕΚ Α 66/11-05-2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου