Προς ένα νέο σύστημα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες

Του Ιωάννη Γκιτσάκη
Με πέντε πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές βασικές διατάξεις του ν. 4387/2016, γνωστού και ως "νόμου Κατρούγκαλου". Μεταξύ αυτών και οι διατάξεις που προέβλεπαν τον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών έναντι αυτού των μισθωτών, οι οποίες κρίθηκε ότι συνιστούν άνιση μεταχείριση σε βάρος της πρώτης κατηγορίας ασφαλισμένων.
Προς συμμόρφωση με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας και αποκατάσταση της ως άνω άνισης μεταχείρισης στον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων θα μπορούσε καταρχήν να εξισώσει τις εισφορές τους με αυτές των μισθωτών. Έτσι θα μπορούσε να προβλεφθεί πως και οι ελεύθεροι επαγγελματίες οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές σε ποσοστό 6,67% για κύρια ασφάλιση (έναντι 20% ή 13,33% σήμερα) και 2,55% για υγειονομική περίθαλψη (έναντι 6,95% σήμερα). Με τον τρόπο αυτό θα συμμορφωνόταν πλήρως προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας και παράλληλα θα αποκαθιστούσε τη συνταγματική τάξη, χωρίς κανέναν κίνδυνο νέας κρίσης περί αντισυνταγματικότητας των σχετικών νομοθετικών παρεμβάσεων.

Απ’ ό,τι φαίνεται, όμως, το Υπουργείο προσανατολίζεται στη θέσπιση ενός νέου συστήματος για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών. Βασική φιλοσοφία του νέου αυτού συστήματος είναι η καθιέρωση πάγιων ασφαλιστικών εισφορών, αποσυνδεδεμένων από το εισόδημα. Όπως διαβάζουμε στον Τύπο, το νέο αυτό σύστημα πάγιων εισφορών σχεδιάζεται να έχει τρία κλιμάκια με διαφορετικό ύψος ασφαλιστικών εισφορών. Ένα χαμηλό, ένα μεσαίο και ένα ανώτερο κλιμάκιο.
Ως κριτήριο για την ένταξη σε κάθε κλιμάκιο φέρεται να επιλέγεται το χρονικό κριτήριο, δηλαδή τα έτη ασφάλισης κάθε ελεύθερου επαγγελματία. Έτσι, ένας ελεύθερος επαγγελματίας με ασφάλιση έως 10 έτη θα εντάσσεται στο πρώτο (χαμηλότερο) κλιμάκιο, από 10 έως 20 έτη στο δεύτερο κλιμάκιο και από 20 έτη και πάνω στο τρίτο (υψηλότερο) κλιμάκιο.
Το προτεινόμενο αυτό νέο σύστημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών κινείται καταρχήν σε σωστή κατεύθυνση, αίροντας σε μεγάλο βαθμό τις τεράστιες αδικίες που δημιούργησε το προηγούμενο σύστημα του ν. 4387/2016, με τα εξοντωτικά (και αντισυνταγματικά πλέον) ποσοστά που προέβλεπε για τις ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών.
Η βασική μου διαφωνία συνίσταται στο κριτήριο που θα επιλεγεί για την ένταξη των ελευθέρων επαγγελματιών σε κάθε κλιμάκιο. Το προτεινόμενο από το Υπουργείο χρονικό κριτήριο, δηλαδή με βάση τα έτη ασφάλισης των ελευθέρων επαγγελματιών, συνιστά ένα αντικειμενικό και, ως εκ τούτου, άδικο κριτήριο, το οποίο, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς του ν. 2084/1992 και ιδίως μετά την εφαρμογή του άρθρου 44 παρ. 15 του ν. 3986/2011, ευθυνόταν για τη συσσώρευση μεγάλων ασφαλιστικών οφειλών στα πρώην Ταμεία ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ. Η παραδοχή ότι τα περισσότερα έτη ασφάλισης συνεπάγονται και μεγαλύτερο εισόδημα, άρα δικαιολογούν και την ένταξη σε ανώτερο κλιμάκιο ασφαλιστικών εισφορών, δεν κρίνεται ως ασφαλής και ανταποκρινόμενη πάντοτε στην πραγματικότητα. Τα περισσότερα έτη ασφάλισης δεν σημαίνουν απαραίτητα και μεγαλύτερο εισόδημα. Για πολλούς και διάφορους λόγους, ένας ελεύθερος επαγγελματίας με 30 έτη εργασίας και ασφάλισης μπορεί να έχει εισόδημα μικρότερο από έναν ελεύθερο επαγγελματία με 10 έτη ασφάλισης. Κατά συνέπεια, η ένταξή του σε ανώτερο κλιμάκιο ασφαλιστικών εισφορών με βάση το κριτήριο των ετών ασφάλισης, θα είναι αυθαίρετη και άδικη, πέραν του ότι δεν θα συνιστά και συμμόρφωση προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενέχοντας τον κίνδυνο να κριθεί ομοίως ως αντισυνταγματική (σε περίπτωση άσκησης νέων αιτήσεων ακυρώσεως) ή ως μη συμμορφούμενη με το διατακτικό των ήδη δημοσιευθεισών αποφάσεων του Δικαστηρίου, το οποίο σαφώς προσδιορίζει και περιορίζει τα περιθώρια των σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών.
Για την αντιμετώπιση της αδικίας αυτής, προτείνεται η πρόβλεψη του καθαρού επαγγελματικού εισοδήματος, δηλαδή του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, ως κριτηρίου ένταξης των ελευθέρων επαγγελματιών στα τρία σχεδιαζόμενα κλιμάκια ασφαλιστικών εισφορών. Πράγματι, το κριτήριο του επαγγελματικού εισοδήματος αποτελεί δικαιότερο και ασφαλέστερο κριτήριο από αυτό του χρόνου ασφάλισης, καθώς συνιστά ένα καθαρά υποκειμενικό κριτήριο, υπό την έννοια ότι δεν τεκμαίρει υψηλό εισόδημα ως αυτόματη συνέπεια των ετών ασφάλισης, αλλά λαμβάνει υπόψη του το ακριβές επαγγελματικό εισόδημα κάθε ασφαλισμένου. Έτσι, η ένταξη κάθε ελεύθερου επαγγελματία σε ένα εκ των τριών κλιμακίων ασφαλιστικών εισφορών θα ανταποκρίνεται κάθε έτος στο δηλωθέν επαγγελματικό εισόδημα αυτού και όχι σε ένα "τεκμαρτό" εισόδημα λόγω των ετών ασφάλισής του. Με βάση το προτεινόμενο κριτήριο του εισοδήματος, στο πρώτο (χαμηλότερο) κλιμάκιο ασφαλιστικών εισφορών θα εντάσσονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες που είχαν χαμηλότερα εισοδήματα και αντίστοιχα στο μεσαίο και ανώτερο κλιμάκιο όσοι είχαν μεγαλύτερα εισοδήματα.
Η διαμόρφωση των εισοδηματικών ορίων κάθε κλιμακίου θα καθοριστεί βεβαίως από το Υπουργείο, με βάση τα αντίστοιχα οικονομικά και δημοσιονομικά στοιχεία. Η δική μου πρόταση είναι στο πρώτο κλιμάκιο να εντάσσονται ελεύθεροι επαγγελματίες με εισόδημα έως 25.000 ευρώ. Στο δεύτερο κλιμάκιο όσοι έχουν εισόδημα από 25.000 ευρώ έως 50.000 ευρώ. Και στο τρίτο κλιμάκιο όσοι έχουν εισόδημα άνω των 50.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, το εισοδηματικό όριο του πρώτου κλιμακίου δεν θα πρέπει να είναι χαμηλότερο των 12.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε εισόδημα 1.000 ευρώ μηνιαίως. Σημειώνεται, πως όσο μεγαλύτερο είναι το εισοδηματικό όριο του πρώτου κλιμακίου, τόσο μικρότερος θα είναι ο κίνδυνος απόκρυψης εισοδήματος και τόσο μικρότερες θα είναι και οι ανάγκες της ετήσιας εκκαθάρισης.
Το προτεινόμενο εισοδηματικό κριτήριο (έναντι του χρονικού που φέρεται να επιλέγει καταρχήν το Υπουργείο) δεν έχει βεβαίως καμία απολύτως σχέση με την άμεση σύνδεση ασφαλιστικών εισφορών – εισοδήματος που προέβλεπε ο λεγόμενος νόμος Κατρούγκαλου. Πράγματι, το εισόδημα του ασφαλισμένου ελεύθερου επαγγελματία δεν θα αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών του, αλλά θα συνιστά απλώς ένα ασφαλές κριτήριο για την ένταξή του σε ένα εκ των τριών κλιμακίων ασφαλιστικών εισφορών.
Επιπλέον, το προτεινόμενο εισοδηματικό κριτήριο δεν αναμένεται να δημιουργήσει τα προβλήματα της εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών κάθε έτους που δημιουργούνται σήμερα εξαιτίας του ν. 4387/2016. Πράγματι, η απόλυτη σύνδεση ασφαλιστικών εισφορών – εισοδήματος που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου, καθιστά αναγκαία την εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών κάθε έτος για το σύνολο των ασφαλισμένων ελευθέρων επαγγελματιών, πράγμα που συνεπάγεται ανασφάλεια δικαίου, οικονομική ανασφάλεια για τον ασφαλισμένο και τεράστιο διαχειριστικό βάρος για τον ΕΦΚΑ. Αντιθέτως, το προτεινόμενο εισοδηματικό κριτήριο ένταξης στα τρία κλιμάκια ασφαλιστικών εισφορών αναμένεται να δημιουργήσει την ανάγκη εκκαθάρισης μόνο σε ένα πολύ μικρό αριθμό ασφαλισμένων ελευθέρων επαγγελματιών, καθώς η αλλαγή κλιμακίου ανά έτος θα είναι σπάνια, λόγω του σημαντικού εύρους των εισοδηματικών ορίων του κάθε κλιμακίου. Συνεπώς, σπάνιες θα είναι και οι περιπτώσεις που θα καθίσταται αναγκαία η εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών.
Μάλιστα, η διαδικασία εκκαθάρισης μπορεί να εξαλειφθεί πλήρως, αν το αποτέλεσμα της αλλαγής κλιμακίου επέρχεται το επόμενο έτος και όχι το ίδιο έτος κατά το οποίο το εισόδημα του ασφαλισμένου υπερέβη το όριο αλλαγής κλιμακίου. Για παράδειγμα, αν ένας ελεύθερος επαγγελματίας, ο οποίος το 2020 εντάσσεται στο πρώτο κλιμάκιο, υπερβεί τις 25.000 ευρώ (όριο πρώτου και δεύτερου κλιμακίου), πράγμα που θα διαπιστωθεί το έτος 2021, τότε για το μεν έτος 2020 θα παραμείνει στο πρώτο κλιμάκιο, ενώ για το έτος 2021 θα ενταχθεί στο δεύτερο κλιμάκιο. Για την άμεση ένταξή του στο δεύτερο κλιμάκιο από το 2021 (και όχι από το 2022 ή από το δεύτερο εξάμηνο του 2021) θα υποχρεούται να υποβάλει ηλεκτρονικά στον ΕΦΚΑ μέχρι τις 20 Ιανουαρίου του επόμενου έτους (2021) δήλωση μετάταξης σε ανώτερο ασφαλιστικό κλιμάκιο, καθώς ο ίδιος θα γνωρίζει το φορολογικό αποτέλεσμα του προηγούμενου έτους (2020) πριν υποβάλει τη φορολογική δήλωση του έτους αυτού, όπως άλλωστε γίνεται και για τη μετάταξη των ελευθέρων επαγγελματιών από καθεστώς χωρίς ΦΠΑ (ακαθάριστα έσοδα έως 10.000 ευρώ) σε καθεστώς ΦΠΑ (ακαθάριστα έσοδα άνω των 10.000 ευρώ). Μάλιστα, η δήλωση μετάταξης αυτή ίσως δεν χρειαστεί να εφαρμοστεί ποτέ, καθώς από το έτος 2021 τα επαγγελματικά βιβλία των ελευθέρων επαγγελματιών θα τηρούνται ηλεκτρονικά και, συνεπώς, η φορολογική αρχή, ήδη από τον Ιανουάριο του επόμενου έτους θα γνωρίζει το ακριβές φορολογικό αποτέλεσμα του ελεύθερου επαγγελματία κατά την προηγούμενη χρήση, το οποίο θα διαβιβάζει ηλεκτρονικά και στον ΕΦΚΑ για την τυχόν μετάταξη του ασφαλισμένου σε ανώτερο ασφαλιστικό κλιμάκιο. Με τον τρόπο αυτό η διαδικασία εκκαθάρισης των εισφορών στον ΕΦΚΑ θα καταστεί περιττή, εξαλείφοντας το σχετικό διαχειριστικό βάρος.
Κατά συνέπεια, το προτεινόμενο κριτήριο του καθαρού επαγγελματικού εισοδήματος για την ένταξη σε κάθε κλιμάκιο ασφαλιστικών εισφορών συνιστά ένα ασφαλέστερο και δικαιότερο κριτήριο για τον ελεύθερο επαγγελματία, έναντι του χρονικού κριτηρίου, το οποίο τεκμαίρει υψηλό εισόδημα μόνο λόγω των ετών ασφάλισης αυτού. Από την άλλη πλευρά, το κριτήριο αυτό επιφέρει ελάχιστο διαχειριστικό βάρος για τον ΕΦΚΑ, σε σχέση με το ισχύον σύστημα, απλοποιώντας τις διαδικασίες εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών και ελαχιστοποιώντας τα λάθη στην εκκαθάριση.
Πέραν της ως άνω πρότασης για θεσμοθέτηση του κριτηρίου του εισοδήματος έναντι του κριτηρίου των ετών ασφάλισης, προτείνονται και τα ακόλουθα:
α. Η αποσύνδεση του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών από το ύψος του βασικού μισθού των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, ούτως ώστε η τυχόν αύξηση του τελευταίου να μην επιφέρει και αύξηση του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, όπως γίνεται σήμερα.
β. Ο καθορισμός του ύψους της ασφαλιστικής εισφοράς του πρώτου κλιμακίου σε ποσό χαμηλότερο ή ίσο με αυτό της κατώτατης υποχρεωτικής εισφοράς του ν. 4387/2016, προκειμένου να μην υπάρξει οικονομική επιβάρυνση των ασφαλισμένων με χαμηλά εισοδήματα σε σχέση με το ισχύον καθεστώς.
γ. Η πρόβλεψη χαμηλότερης ασφαλιστικής εισφοράς για τους ελεύθερους επαγγελματίες κατά τα τρία πρώτα έτη ασφάλισής τους.
δ. Η αφαίρεση των καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών από το επαγγελματικό εισόδημα που θα χρησιμοποιείται ως κριτήριο ένταξης στα τρία κλιμάκια. Δηλαδή, το καθαρό επαγγελματικό εισόδημα που θα λαμβάνεται υπόψη ως κριτήριο ένταξης, να ταυτίζεται με το καθαρό φορολογικό αποτέλεσμα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, σε αντίθεση με ότι ισχύει σήμερα.
ε. Η ενοποίηση των ειδοποιητηρίων του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ, ούτως ώστε ο ασφαλισμένος να λαμβάνει και να εξοφλεί ένα ενιαίο ειδοποιητήριο ασφαλιστικών εισφορών και όχι δύο μηνιαίως όπως συμβαίνει σήμερα (και μάλιστα, στην περίπτωση του ΕΤΕΑΕΠ, χωρίς τη δυνατότητα πληρωμής με πάγια εντολή σε τράπεζα).
Ο λεγόμενος νόμος Κατρούγκαλου έμεινε στη συνείδηση της πλειοψηφίας των ελευθέρων επαγγελματιών ως ο νόμος της οικονομικής τους καταστροφής. Ως εκ τούτου, η κατάργησή του και η θέσπιση ενός νέου συστήματος ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες συνιστά κορυφαία πολιτική επιλογή και δέσμευση της νέας κυβέρνησης. Δεν θα πρέπει όμως να παραβλέψουμε και το γεγονός, ότι οι "ταξικές" ρυθμίσεις του νόμου Κατρούγκαλου ευνόησαν έστω και προσωρινά μία σημαντική μερίδα ελευθέρων επαγγελματιών, οι οποίοι είχαν πολύ χαμηλά εισοδήματα. Η κυβέρνηση λοιπόν θα πρέπει να σχεδιάσει με μεγάλη προσοχή το νέο σύστημα ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες, γιατί η πρόβλεψη για κλιμάκια ασφαλιστικών εισφορών με χρονικά κριτήρια ξυπνά δυσάρεστες αναμνήσεις, ειδικά για τους νέους ασφαλισμένους, που βίωσαν την υποχρεωτική ανά τριετία μετάταξή τους σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, με βάση το άρθρο 44 παρ. 15 του ν. 3986/2011. Και το τελευταίο που θα ήθελε η κυβέρνηση σε πολιτικό επίπεδο, θα ήταν να υπάρξει έστω και ένας ελεύθερος επαγγελματίας που να αναπολεί το καθεστώς ασφαλιστικών εισφορών του νόμου Κατρούγκαλου.
* Ο κ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης και Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου